ατρικύμιστος


ατρικύμιστος
Προφορά

Ετυμολογία
ατρικύμιστος ἀ στερητικό + τρικυμίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ ατρικύμιστος -η, -ο

✦ ο μη τρικυμισμένος, γαλήνιος, ήρεμος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.