ατμώδης


ατμώδης
Προφορά

Ετυμολογία
ατμώδης αρχαία ελληνική ἀτμώδης

Ερμηνεία
επίθετο┘ ατμώδης -ης, -ες

✦ ο όμοιος με ατμό ή που περιέχει ατμό

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.