ατελανός
Προφορά
Ετυμολογία
ατελανός από το όν. Ατέλα, πόλη της Καμπανίας
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ατελανός -ή, -ό
✦ ατελανά δράματα (λατιν. Fabula Atellana) αυτοσχέδια, απλοϊκή κωμωδία, στη λατινική γλώσσα, που απεικόνιζε τυποποιημένους χαρακτήρες (π.χ. του γελωτοποιού, φαγά, του καμπούρη κτλ.), δημοφιλής ψυχαγωγία στην αρχαία ελληνική Ρώμη
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–