ατίθασος
Προφορά
Ετυμολογία
ατίθασος μεταγενέστερη ελληνική ἀτίθασος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ατίθασος -η, -ο
✦ αδάμαστος, ανυπόταχτος: ατίθασο άλογο – δεν ξεχνώ πόσο ατίθασο πράγμα είναι ένα διψασμένο κορμί (Γ. Σεφέρης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
υποτακτικός
Επιρρήματα
–