ασυνόδευτος


ασυνόδευτος
Προφορά

Ετυμολογία
ασυνόδευτος μεταγενέστερη ελληνική ἀσυνόδευτος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ασυνόδευτος -η, -ο

✦ ο χωρίς συνοδό ή συνοδεία: τον αφήσαμε κι έφυγε ασυνόδευτος

Συνώνυμα

Αντίθετα
συνοδευμένος
Επιρρήματα
ασυνόδευτα (Κ ασυνοδεύτως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.