ασυνειδησία


ασυνειδησία
Προφορά

Ετυμολογία
ασυνειδησία μεσαιωνική ελληνική ἀσυνειδησία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η ασυνειδησία

✦ η ιδιότητα του ασυνείδητου, ηθική πώρωση
✦ ασυνείδητη πράξη, κακοήθεια
✦ (ψυχολ.) απώλεια της συνειδήσεως

Συνώνυμα

Αντίθετα
ευσυνειδησία
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.