ασυνείδητος


ασυνείδητος
Προφορά

Ετυμολογία
ασυνείδητος μεταγενέστερη ελληνική ἀσυνείδητος

Ερμηνεία
επίθετο┘ ασυνείδητος -η, -ο

✦ ο χωρίς ηθική συνείδηση, που αδιαφορεί για την ηθική αξία ή απαξία των πράξεών του, πωρωμένος: ο Νέρων, ωραίος, ασυνείδητος κι ευτυχής (Κ. Καβάφης)
✦ (για πράξεις) άδικος, ανήθικος
✦ (ψυχολ.) όχι συνειδητός
✦ το ουδ. ασυνείδητο(ν) ως ουσ., η εκτός της συνειδήσεως περιοχή του εγώ, το σύνολο των ψυχικών διαδικασιών, που δεν τις συνειδητοποιεί το υποκείμενο

Συνώνυμα

Αντίθετα
ευσυνείδητος
Επιρρήματα
ασυνείδητα (Κ ασυνειδήτως)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.