αστυνομοκρατία


αστυνομοκρατία
Προφορά

Ετυμολογία
αστυνομοκρατία αστυνομοκρατούμαι

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αστυνομοκρατία

✦ αστυνόμευση (βλ. λ.)
✦ επικράτηση των αστυνομικών αρχών και πρακτικών στην κοινωνική ζωή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.