αστρομάντισσα
Προφορά
Ετυμολογία
αστρομάντισσα μεταγενέστερη ελληνική ἀστρόμαντις, -εως
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο αστρομάντισσα
✦ θηλ. αστρομάντισσα αυτός που μαντεύει τα μέλλοντα από την παρατήρηση των άστρων, αστρολόγος
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–