αστρολάβος


αστρολάβος
Προφορά

Ετυμολογία
αστρολάβος μεταγενέστερη ελληνική τό ἀστρόλαβον

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αστρολάβος

✦ αστρονομικό και γεωδαιτικό όργανο, χρήσιμο σε γωνιομετρήσεις

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.