αστραφτερός


αστραφτερός
Προφορά

Ετυμολογία
αστραφτερός αστράφτω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αστραφτερός -ή, -ό

✦ λαμπερός, που αστράφτει: σ’ αστραφτερό κατεβατό μαρμάρου (Λ. Μαβίλης)

Συνώνυμα

Αντίθετα
αστραφτερά
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.