ασπόνδυλος
Προφορά
Ετυμολογία
ασπόνδυλος ἀ στερητικό + σπόνδυλος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ ασπόνδυλος -η, -ο
✦ ο χωρίς σπονδύλους
✦ τα ασπόνδυλα, ζώα που δεν έχουν σπονδυλική στήλη
✦ (μτφ. ) που δεν έχει δική του γνώμη, που υπακούει τυφλά στα κελεύσματα των ισχυρών: οι μόνοι που χαίρονταν στην αναμπουμπούλα ήταν οι κομπιναδόροι, οι καταχραστές, οι φαύλοι κι οι ασπόνδυλοι (Καθημερινή)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
σπονδυλωτά
Επιρρήματα
–