ασπρολογώ


ασπρολογώ
Προφορά

Ετυμολογία
ασπρολογώ άσπρος + -λογώ

Ερμηνεία
ρήμα ασπρολογώ -άς, -ά

✦ είμαι κάτασπρος: ασπρολογά, σα να ‘πεσε χιόνι, το περιβόλι (Γ. Αθάνας)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.