ασβολερός


ασβολερός
Προφορά

Ετυμολογία
ασβολερός μεσαιωνική ελληνική ἀσβολερός

Ερμηνεία
επίθετο┘ ασβολερός -ή, -ό

✦ μαύρος, σκοτεινός σαν την ασβόλη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.