αρχοντόπουλο
Προφορά
Ετυμολογία
αρχοντόπουλο άρχοντας + υποκοριστικό κατάλ. -πουλο
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το αρχοντόπουλο
✦ θηλ. αρχοντοπούλα το παιδί του άρχοντα ή του πλούσιου: με το ληστή παλεύοντας που εκράτει στον πύργο την κυρία, την ντελικάτη ή την αρχοντοπούλα τη μικρή (Μίνως Ζώτος)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–