αρχιμηχανικός
Προφορά
Ετυμολογία
αρχιμηχανικός αρχι- + μηχανικός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό ή θηλυκό┘ ο, η αρχιμηχανικός
✦ ο προϊστάμενος των μηχανικών συνεργείου, εργοστασίου κτλ.
✦ ανώτερος αξιωματικός του ναυτικού
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–