αρχιλογιστής


αρχιλογιστής
Προφορά

Ετυμολογία
αρχιλογιστής αρχι- (άρχω) + λογιστής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αρχιλογιστής

✦ θηλ. αρχιλογίστρια ο προϊστάμενος του λογιστικού τμήματος μιας υπηρεσίας ή επιχείρησης

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.