αρχαιογνωστικός


αρχαιογνωστικός
Προφορά

Ετυμολογία
αρχαιογνωστικός αρχαιογνώστης

Ερμηνεία
επίθετο┘ αρχαιογνωστικός -ή, -ό

✦ ο σχετικός με τη γνώση της αρχαιότητας: αρχαιογνωστικός τομέας

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.