αρχάριος


αρχάριος
Προφορά

Ετυμολογία
αρχάριος μεσαιωνική ελληνική ἀρχάριος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αρχάριος -ια, -ιο

✦ που μόλις άρχισε να μαθαίνει κάτι, πρωτόπειρος

Συνώνυμα
πρωτάρης, πρωτόβγαλτος
Αντίθετα
προχωρημένος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.