αρμονικός
Προφορά
Ετυμολογία
αρμονικός αρχαία ελληνική ἁρμονικός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ αρμονικός -ή, -ό
✦ ο σύμφωνος με τους κανόνες της αρμονίας
✦ που έχει σύμμετρη διάταξη
✦ (μτφ. ) που γίνεται με αρμονία, με ομόνοια: αρμονική συμβίωση
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
αρμονικά (Κ αρμονικώς)