αρματολίκι
Προφορά
Ετυμολογία
αρματολίκι αρματολός
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└ουδέτερο┘ το αρματολίκι
✦ περιφέρεια που εξουσίαζε ο αρματολός: γλήγορα τ’ αρματολίκι, ότι ερχόμαστε σα λύκοι (δημ. τραγ.)
✦ το αξίωμα του αρματολού
✦ το σύνολο των αρματολών
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–