αριστούχος


αριστούχος
Προφορά

Ετυμολογία
αριστούχος άριστος + β΄ συνθετ. έχω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αριστούχος -α, -ο

✦ απόφοιτος, πτυχιούχος με βαθμό άριστα

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.