αριστοτελικός
Προφορά
Ετυμολογία
αριστοτελικός από το όν. Αριστοτέλης
Ερμηνεία
αριστοτελικός
✦ -ή, -ό κ. αριστοτέλειος, -α, -ο επίθ. (Κ -ή, -όν κ. -ος, -ον) ο του Αριστοτέλη: αριστοτελική φιλοσοφία — αριστοτέλεια διδασκαλία
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–