αργάτης
Προφορά
Ετυμολογία
αργάτης μεσαιωνική ελληνική ἀργάτης
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└αρσενικό┘ ο αργάτης
✦ εργάτης στα χωράφια: τρέχουν θερίστρες, θεριστάδες, λαός, από παντού κι οι αργάτες (Κ. Παλαμάς)
✦ βαρούλκο: δούλευε από πάνω ο αργάτης, τύλιγε την καδένα, σήκωνε την άγκυρα (Π. Πρεβελάκης)
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–