αραχτός


αραχτός
Προφορά

Ετυμολογία
αραχτός αράζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ αραχτός -ή, -ό

✦ αγκυροβολημένος
✦ (μτφ. για πρόσ.) καθισμένος αναπαυτικά, άνετος

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.