αραμπέσκ
Προφορά
Ετυμολογία
αραμπέσκ γαλλική-└αγγλ┘arabesque
Ερμηνεία
επίθετο
└άκλιτο┘ αραμπέσκ
✦ (χορογρ.) θέση ή στάση χορευτή του μπαλέτου κατά την οποία το σώμα στηρίζεται στο ένα πόδι ενώ το άλλο είναι τεντωμένο στον αέρα προς τα πίσω
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–