αρίφνητος


αρίφνητος
Προφορά

Ετυμολογία
αρίφνητος μεσαιωνική ελληνική ἀρίφνητος

Ερμηνεία
επίθετο┘ αρίφνητος -η, -ο

✦ αμέτρητος: ποτίζει δέντρα αρίφνητα που ριφνημό δεν έχουν (δημ. τραγ.)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
αρίφνητα

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.