αρένα
Προφορά
Ετυμολογία
αρένα └λατιν┘ arena (= άμμος)
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η αρένα
✦ έκταση καλυμμένη με άμμο στο κέντρο των ρωμαϊκών αμφιθεάτρων όπου αγωνίζονταν οι μονομάχοι
✦ στίβος για ταυρομαχίες
✦ (μτφ. ) πεδίο δράσης και αγώνων στη ζωή
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–