απόηχος


απόηχος
Προφορά

Ετυμολογία
απόηχος από + ήχος

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο απόηχος

✦ αντήχηση, αντίλαλος: ο αέρας έφερνε απ’ όλες τις μεριές τον απόηχο ποδοβολητού και τραγουδιών (Δ. Σωτηρίου)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.