απόζερβος
Προφορά
Ετυμολογία
απόζερβος από + ζερβός
Ερμηνεία
└επίθετο┘ απόζερβος -η, -ο
✦ αριστερόχειρας
✦ (συνεκδ.) αδέξιος, ανεπιτήδειος
✦ (για τόπο) δύσβατος, με κακοτοπιές
✦ αδέξια
✦ μέσα από δύσβατους τόπους
✦ δύσκολα, όχι βολικά
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
απόζερβα, από την αριστερή πλευρά