απόβλητος
Προφορά
Ετυμολογία
απόβλητος αρχαία ελληνική ἀπόβλητος
Ερμηνεία
└επίθετο┘ απόβλητος -η, -ο
✦ που αποβλήθηκε, αποδιωγμένος
✦ περιφρονημένος: οι απόβλητοι της κοινωνίας
✦ πληθ. ουδ. απόβλητα ως ουσ., ακαθαρσίες, απορρίμματα
✦ βιομηχανικά απόβλητα, ουσίες στερεές, υγρές ή αέριες που προκύπτουν από τη βιομηχανική δραστηριότητα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–