απρόδοτος


απρόδοτος
Προφορά

Ετυμολογία
απρόδοτος ἀ στερητικό + προδίδω

Ερμηνεία
επίθετο┘ απρόδοτος -η, -ο

✦ ο μη προδομένος: απρόδοτο μυστικό
✦ (για συναισθήματα) που δεν έχει εκδηλωθεί, ομολογηθεί: απρόδοτος έρωτας
✦ που δεν καταδόθηκε στις αρχές

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.