απροσέγγιστος


απροσέγγιστος
Προφορά

Ετυμολογία
απροσέγγιστος ἀ στερητικό + προσεγγίζω

Ερμηνεία
επίθετο┘ απροσέγγιστος -η, -ο

✦ αυτός τον οποίο δεν μπορεί κανείς να προσεγγίσει, απροσπέλαστος

Συνώνυμα
απλησίαστος, απρόσιτος
Αντίθετα
προσεγγίσιμος, προσιτός
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.