αποψύχω Posted on 30 Ιουλίου 2018 by HonoLulu — Leave a reply αποψύχωΠροφοράhttp://lexiko.ellinopedia.com/wp-content/uploads/mp3/1/αποψύχω.mp3Ετυμολογίααποψύχω αρχαία ελληνική ἀπο-ψύχω Ερμηνεία└ρήμα┘ αποψύχω ✦ κατεβάζω τη θερμοκρασία σε πολύ χαμηλό βαθμό, παγώνω κάτι ✦ διαλύω τους πάγους ψυκτικού θαλάμου, ξεπαγώνω Συνώνυμα–Αντίθετα–Επιρρήματα–