αποχρών
Προφορά
Ετυμολογία
αποχρών αρχαία ελληνική ἀποχρῶν, μτχ. ενεστ. του ρήματος ἀποχράω -ῶ
Ερμηνεία
αποχρών
✦ -ώσα, -ών (-ώντος) μτχ. ως επίθ. επαρκής
✦ φρ. αποχρών λόγος, σοβαρή δικαιολογία – αποχρώσες ενδείξεις, ενδείξεις που επαρκούν για να σχηματίσει κάποιος μια γνώμη
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–