αποχαρακτηρισμός


αποχαρακτηρισμός
Προφορά

Ετυμολογία
αποχαρακτηρισμός αποχαρακτηρίζω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αποχαρακτηρισμός

✦ αφαίρεση του διακριτικού γνωρίσματος από πρόσωπο ή πράγμα: ο αποχαρακτηρισμός της περιοχής, που είχε χαρακτηρισθεί ως περιοχή ιδιαίτερου φυσικού κάλλους, εξυπηρετεί τα συμφέροντα των εργολάβων

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.