αποχαρακτηρίζω
Προφορά
Ετυμολογία
αποχαρακτηρίζω από + χαρακτηρίζω
Ερμηνεία
└ρήμα┘ αποχαρακτηρίζω
✦ αφαιρώ από πρόσωπο ή πράγμα το χαρακτηριστικό γνώρισμα που του έχω αποδώσει: τελευταία, αποχαρακτηρίστηκαν δεκάδες κτίρια, που είχαν κριθεί διατηρητέα
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–