αποτιμητής


αποτιμητής
Προφορά

Ετυμολογία
αποτιμητής αρχαία ελληνική ἀποτιμητής

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αποτιμητής

✦ ο ειδικός για την αποτίμηση, για τον υπολογισμό και καθορισμό της αξίας, ενός πράγματος, εκτιμητής

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.