αποστεριόρι


αποστεριόρι
Προφορά

Ετυμολογία
αποστεριόρι └λατιν┘ a posteriori

Ερμηνεία
αποστεριόρι

✦ άκλ. εκ των υστέρων· φιλοσ. όρος που δηλώνει ότι κάποια γνώση προέκυψε από την εμπειρία ή εξαρτάται απ’ αυτή

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.