αποπυρηνικοποίηση
Προφορά
Ετυμολογία
αποπυρηνικοποίηση από + πυρηνικοποίηση
Ερμηνεία
ουσιαστικό
└θηλυκό┘ η αποπυρηνικοποίηση
✦ κατάργηση των πυρηνικών εγκαταστάσεων μιας περιοχής: αποπυρηνικοποίηση της Κεντρικής Ευρώπης
✦ απαγόρευση της παραγωγής και καταστροφή των ήδη υπαρχόντων πυρηνικών όπλων
Συνώνυμα
–
Αντίθετα
–
Επιρρήματα
–