αποπληθωρισμός


αποπληθωρισμός
Προφορά

Ετυμολογία
αποπληθωρισμός από + πληθωρισμός

Ερμηνεία
ουσιαστικό
αρσενικό┘ ο αποπληθωρισμός

✦ η μείωση του πληθωρισμού και η συγκράτηση της αξίας του νομίσματος μιας χώρας με σειρά μέτρων και ενεργειών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.