αποξενώνω


αποξενώνω
Προφορά

Ετυμολογία
αποξενώνω αρχαία ελληνική ἀποξενόω-ῶ

Ερμηνεία
ρήμα αποξενώνω

✦ απομακρύνω κάποιον από το περιβάλλον του
✦ στερώ από κάποιον ορισμένο αγαθό
✦ αποκληρώνω
✦ (μέσ.) αποξενώνομαι, παύω να έχω σχέση με κάτι ή κάποιον, απομονώνομαι: σε τέτοιες στιγμές… αποξενώνεσαι μονομιάς από όλες τις αθλιότητες (Γ. Θεοτοκάς)

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.