αποκληρωτικός


αποκληρωτικός
Προφορά

Ετυμολογία
αποκληρωτικός μεταγενέστερη ελληνική ἀποκληρωτικός

Ερμηνεία
επίθετο┘ αποκληρωτικός -ή, -ό

✦ που συνεπάγεται αποκλήρωση: διαθήκη αποκληρωτική

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα
αποκληρωτικά (Κ αποκληρωτικώς)

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.