αποδοχή


αποδοχή
Προφορά

Ετυμολογία
αποδοχή αρχαία ελληνική ἀποδοχή

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αποδοχή

✦ παραδοχή, έγκριση
✦ στον πληθ. αποδοχές, το σύνολο μισθού ή αμοιβών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.