αποβλέπω


αποβλέπω
Προφορά

Ετυμολογία
αποβλέπω αρχαία ελληνική ἀποβλέπω

Ερμηνεία
ρήμα αποβλέπω

✦ έχω βλέψεις, επιδιώκω: αποβλέπω σε διορισμό
✦ στηρίζω τις ελπίδες μου: αποβλέπει στην υποστήριξη του υπουργού

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.