απιστοποίητος


απιστοποίητος
Προφορά

Ετυμολογία
απιστοποίητος ἀ στερητικό + πιστοποιώ

Ερμηνεία
επίθετο┘ απιστοποίητος -η, -ο

✦ που δεν πιστοποιείται

Συνώνυμα
αβεβαίωτος
Αντίθετα
πιστοποιημένος, βεβαιωμένος
Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.