απιστία


απιστία
Προφορά

Ετυμολογία
απιστία αρχαία ελληνική ἀπιστία

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η απιστία

✦ έλλειψη πίστης στο Θεό
✦ δολιότητα, ανειλικρίνεια
✦ (ειδ.) παράβαση της συζυγικής πίστης
✦ (νομ.) η εκ προθέσεως ζημίωση ξένης περιουσίας από τον επιμελητή ή διαχειριστή της

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.