απασχολώ


απασχολώ
Προφορά

Ετυμολογία
απασχολώ μεσαιωνική ελληνική ἀπασχολῶ

Ερμηνεία
ρήμα απασχολώ -είς, -εί

✦ αποσπώ κάποιον από την ασχολία του
✦ παρέχω εργασία
✦ (μέσ.) απασχολούμαι, καταγίνομαι με κάτι
✦ έχω επαγγελματική απασχόληση, εργάζομαι

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.