απάμβλυνση


απάμβλυνση
Προφορά

Ετυμολογία
απάμβλυνση απαμβλύνω

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η απάμβλυνση

✦ μείωση της οξύτητας, εξασθένιση: απάμβλυνση των πολιτικών παθών

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

Αυτός ο ιστότοπος χρησιμοποιεί το Akismet για να μειώσει τα ανεπιθύμητα σχόλια. Μάθετε πώς υφίστανται επεξεργασία τα δεδομένα των σχολίων σας.