αξιοποίηση


αξιοποίηση
Προφορά

Ετυμολογία
αξιοποίηση αξιοποιώ

Ερμηνεία
ουσιαστικό
θηλυκό┘ η αξιοποίηση

✦ η ενέργεια και το αποτέλεσμα του αξιοποιώ, η καλλιέργεια ή εκμετάλλευση δυνατοτήτων ώστε να αποδώσουν οφέλη

Συνώνυμα

Αντίθετα

Επιρρήματα


Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *

This site uses Akismet to reduce spam. Learn how your comment data is processed.